Μόλις είχα κλείσει τα 18. Ζούσα σ΄ένα μεγάλο αρχοντικό ψηλά σ΄ένα λόφο. Ντελικάτος, με πλούσια καστανά μαλλιά, σχετικά κοντούλης αλλά με καλοσχηματισμένο σώμα έδειχνα μικρότερος από την ηλικία μου. Είχε μεγαλώσει με μεγάλη φροντίδα από την οικογένειά του. Δεν είχα βγει ποτέ από τα σύνορα του κτήματος. Η ασφυκτική υπερπροστασία από την οικογένεια μου είχε στερήσει την ευκαιρία να βγω λίγο πιο έξω, να κάνω φίλους, να διασκεδάσω σα νεαρός. Για το λόγο αυτό πάντοτε ένοιωθα απέραντη μοναξιά. Το όνειρό μου ήταν να φύγω για τη μεγάλη πόλη. Η μεγάλη πόλη που την ήξερα μόνο από εικόνες και περιοδικά φάνταζε στο νεανικό μου μυαλό σαν μια μεγάλη φιέστα με πολλούς και χαρούμενους ανθρώπους, με θόρυβο, κίνηση και θέαμα. Η ευκαιρία μου παρουσιαζόταν τώρα, που θα συνέχιζα σπουδές στο Πανεπιστήμιο. Οι γονείς μου ήδη είχαν νοικιάσει σπίτι. Θα έφευγα το πρωί με ταξί. Το ταξίδι θα κρατούσε 10 ώρες. Η αδημονία να γνωρίσω τον άγνωστο καινούργιο κόσμο με είχε κυριεύσει. Έμεινα όλο το βράδυ ξάγρυπνος.
Στις 8 το πρωί, την επόμενη μέρα, το ταξί βρισκόταν μπροστά στον πύργο. Έτοιμος από τα χαράματα, όρμησα έξω κρατώντας μια μικρή βαλιτσούλα με τα απαραίτητα για τη διαδρομή. Τα βαριά πράγματα είχαν ήδη σταλεί και τακτοποιηθεί στο νέο σπίτι. Χώθηκα όπως-όπως στο ταξί, αφήνοντας τη βαλίτσα στον ταξιτζή να την τακτοποιήσει στο πορτ-μπαγκάζ. Σε λίγο ξεκινούσα για τη μεγάλη περιπέτεια.
Το ταξί έτρεχε γρήγορα σηκώνοντας σύννεφο σκόνης στο πέρασμα του. Γρήγορα μπήκε στη δημοσιά. Δεν χόρταινα αχόρταγα το τοπίο. Μπήκαμε στον εθνικό δρόμο. Ατελείωτος, πλατύς, με πολλά άλλα αυτοκίνητα να κινούνται δίπλα τους. Η χαρά μου δεν περιγραφόταν.
Η ματιά μου καρφώθηκε στον καθρέφτη του αμαξιού. Δύο κατάμαυρα μάτια με κοιτούσαν επίμονα. Για πρώτη φορά πρόσεξα τον ταξιτζή. Δεν φαινόταν πάνω από 40. Με συνοφρυωμένο παρουσιαστικό και τραχύ πρόσωπο, οδηγούσε σταθερά το ταξί καταπίνοντας τα χιλιόμετρα του δρόμου. Μελαχρινός, με μια αυξανόμενη καράφλα στο μέτωπο, με ένα παχύ μαύρο μουστάκι τσιγκελωτό προς τα κάτω και ελαφρά αξύριστος, έδινε την εντύπωση του άξεστου. Με κοιτούσε εξεταστικά, προσέχοντας συγχρόνως μπροστά του. Δεν ανταλλάξαμε καμιά κουβέντα μέχρις ότου φτάσαμε στην πρώτη κωμόπολη αργά το μεσημέρι. Θα τρώγαμε στο μοναδικό ξενοδοχείο, όπου θα ξεκουραζόμασταν για
(Logg inn, og les hele sexnovellen)Du må være innlogget for å skrive en kommentar
Login og kommentere
Logg inn trygt med Google, og les 3 gratis originale Ελληνικά ερωτικά διηγήματα. Sexnoveller og nyt de nyeste Ελληνικά ερωτικά διηγήματα. kontaktannonsene hver dag.
Google LoginFå ubegrenset tilgang til Ελληνικά ερωτικά διηγήματα. sexnoveller i 7 dager for kr. 0. Deretter fra kr. 49 pr. uke.
Bli gratis medlemFå 30 dagers medlemskap. Skriv din Ελληνικά ερωτικά διηγήματα. sexnovelle og bli forfatter med virkelige og eksklusive fordeler.
Bli forfatter nå